5.4.24

- η αλήθεια, στα ψέματα.

Όχι, δεν με ρώτησε κανείς, αλλά θέλω να μοιραστώ μια ιστορία, μαζί σου, λίγο σύντομα, λιγάκι προσωπική. Όπως ακριβώς τη νιώθω, ακριβώς όπως τη σκέφτομαι. Τα τελευταία χρόνια, είμαι στη δουλειά αυτή, στην τέχνη, στο θέατρο μέσα, με το ένα πόδι. Κι ένιωθα τύχη μεγάλη, για τις άλλες δεξιότητες που απέκτησα, και τύχη, που μπόρεσα κι εργάστηκα, για άλλα δημιουργικά πράγματα, σε άλλους τομείς, μ’ ανθρώπους ωραίους, περιέργους, ψιλό-κανονικούς. Και ξέρεις, κάπως η ζωή, σε πάει. Χρήματα ζήτησα λογικά, και χρήματα έβγαλα, όχι πολλά, αλλά σωστά. Και ενδιαφέρον πήρα, και φροντίδα, και τη ματαιοδοξία μου την κάλυψα. Μπήκα στη δουλειά, τα πρώτα χρόνια, σα σε παραμύθι. Και μετά, συστηθήκαμε, όλοι μαζί και μ’ άλλους. Που ήξεραν, ή έκαναν ότι ήξεραν, που δεν είχαν ιδέα, που δεν είχαν άλλη ζωή, που είχαν και δεν είχαν, σεξουαλική ζωή. Που ίσως δεν πήραν αγάπη όπως ήθελαν, ίσως φίλους να μην απέκτησαν, που μπορεί στον κόρφο τους να μη βρήκαν το κουράγιο να εμπιστευτούν. Που κρύφτηκαν, σε ομάδες, σε ιδέες μεγάλες αλλά μικρές, σε μπαρ, και σε σχέσεις ιδιωτικές και σχέσεις δημόσιες. Ένα σωρό σου λέω, αλλά μάλλον, θα τα ξέρεις, θα τα φαντάζεσαι, δεν είναι όμως ο κανόνας, όχι, δεν είναι αυτός ο κανόνας. Και δεν είναι και αυτή η δουλειά. 

Συνάντησα, λοιπόν, ένα σωρό. Όσα έπρεπε και όσα άντεχα, για να είμαι εδώ, σήμερα, όπως ακριβώς είμαι. Ποιος είμαι; Πώς είμαι; Πού υπάρχω; Με ποιους συνομιλώ; Πώς περνάει η μέρα μου; Βλέπεις, δεν τα αντέχω όλα τα βάρη. Βάρος, κι αυτό - τι έλεγα, ναι. Μετά την κόβιντ, την τρίτη φορά, άλλαξα, με άλλαξε, και έπρεπε, κάπως, να βρω τη δύναμη, να συστηθούμε ξανά, με εμένα, το σώμα μου, με τις αντοχές του. Αλλά, αυτό, είναι μια άλλη ιστορία. Κάπως έτσι κυλούσαν τα πράγματα, κι ένιωθα πως δεν με ένοιαζε και πολύ που δεν ήμουν στο θέατρο. Κι αυτό, δεν ήταν αλήθεια. Καμία ανάγκη δεν με έχει κανένα θέατρο. Αυτό είναι αλήθεια. Και όλα ήταν, περίπου, εντάξει. Πριν μερικούς μήνες, βρέθηκα σε ένα θέατρο, σε μια παραγωγή, με ανθρώπους που εμπιστεύομαι. Βρέθηκα εκεί, για να βάλω ένα χέρι στην εκτέλεση, λίγο στην οργάνωση. Παράλληλα, εκείνη την περίοδο, είχα περάσει και από τρεις συνεντεύξεις, σωστές, κανονικές, και ψυχομετρικές, με μια προσφορά γενναία στο μέιλ μου. Μια προσφορά, για μια άλλη ζωή, ενός άλλου, που τον ήθελαν, εκεί, ολόκληρο. Κι έπρεπε, που λες, να διαλέξω. Στο μεσοδιάστημα, ένα βράδυ, μεταμεσονύκτια, έφυγα κάθιδρος από το θέατρο που έβαζα ένα χέρι. Έπρεπε, κάπως, να μπουν στη θέση τους κάποια φώτα και πατώματα. Την έχανα και την έβρισκα την ανάσα μου, εκείνο το βράδυ. Δεν ήταν πανικός, αλλά είχε συμπτώματα παρόμοια. Τον ξέρω, τον πανικό. 

Λίγο πριν φύγω, πριν κλείσω, σταμάτησα ασυναίσθητα στην άκρη της σκηνής, κι ακόμα και τώρα, δεν μπορώ να αντιληφθώ το πώς, πόσο, εντυπώθηκε η στιγμή αυτή. Δεν έκανα τίποτα σπουδαίο εκείνο το βραδύ, καμία ερμηνεία, καμία προσπάθεια. Εκείνη τη στιγμή, σε αυτό το πόστο, το πλαίσιο, το εντελώς πρακτικό, το καθόλου καλλιτεχνικό, εγώ ένιωθα ολόκληρος, κάθιδρος και ολόκληρος. Γεμάτος. Είχα χρόνια να θυμηθώ πώς είναι τ’ αναφιλητά της χαράς. Η μάλλον, ψέματα, έτσι ένιωσα κι όταν φέτος, για πρώτη φορά κατάφερα να μπω, μέσα χειμώνα, σε θάλασσα κρύα. Εγώ, που τα φροντίζω τα βάρη, που μου αρέσει η ζέστη, πού το είχα κρύψει τόσο βάρος αφρόντιστο; Έτσι κύλησε η διαδρομή μέχρι το σπίτι, ανάλαφρα, με σιγουριά, με μάτια υγρά. Στο ΠΛΥΦΑ, που παίζουμε τώρα, μένω παραδίπλα. Την προηγούμενη Παρασκευή, κατέβαινα με τα πόδια, φορτωμένος με βάρη που κι ένας γάιδαρος από άλλη εποχή θα αντιδρούσε. Πήγαινα, από νωρίς, σε ένα γεμάτο θέατρο, γεμάτος. Με τα πόδια, με τα δύο μου τα πόδια, κι ένιωθα ολόκληρος. Αυτό ήταν, ολόκληρος, πυροτεχνήματα και κομφετί δεν υπάρχουν. 

Υ.Γ. Και επειδή, σιγά-σιγά, ένας πρώτος κύκλος κλείνει, αφήνω εδώ, ένα ευχαριστώ, για αυτή την αγκαλιά, τη στήριξη και την υποστήριξη, την πρόθεση, τη διάθεση, την ανταπόκριση και την παρουσία. Και ένα, ξεχωριστό, ιδιαίτερο, σε έναν Γιάννη και μια Ιωάννα. Για το χέρι, τη φροντίδα, τη διαύγεια, τα φώτα, και τα πατώματα. Γιατί, πού ξέρεις, μπορεί και να την έπαιρνα τη δουλειά, του άλλου. Επειδή όμως διαβάζει και η μαμά μου, μαμά, αυτό με τη δουλειά, τη δουλειά που απέρριψα, έτσι το είπα, καλλιτεχνικά, λογοτεχνικά.

 - η αλήθεια, στα ψέματα. 
Δ.